THE TIMOSANDDAD SHOW

Μεγαλώνοντας με έναν Θρύλο: Η Κόρη του Γιώργου Ζαμπέτα Μοιράζεται Προσωπικές Στιγμές

Aντώνης Εξηντάρης

Γνωρίστε τον Γιώργο Ζαμπέτα μέσα από τα μάτια της κόρης του! Σε μια συγκινητική και αποκαλυπτική συζήτηση, η κόρη του θρυλικού μουσικού μας ταξιδεύει στο μικρό σπίτι του Αιγάλεω, εκεί όπου γεννήθηκαν μερικά από τα πιο αγαπημένα τραγούδια της ελληνικής μουσικής.

Ποιος ήταν πραγματικά ο Γιώργος Ζαμπέτας πίσω από τους προβολείς; Ένας στοργικός πατέρας που έλεγε στην κόρη του "είμαι εδώ για σένα", ένας γενναιόδωρος άνθρωπος που αγαπούσε να βλέπει τα παιδιά του χαρούμενα, και ένας καλλιτέχνης που εμπνεόταν από την καθημερινότητα. Ακούστε τις συναρπαστικές ιστορίες πίσω από αγαπημένα τραγούδια – πώς το "Σαραβαλάκι" γεννήθηκε από την άρνηση του Ζαμπέτα να αλλάξει το παλιό του αυτοκίνητο, πώς τα "Δειλινά" εκφράζουν τη νοσταλγία του όταν η οικογένεια ταξίδευε, και πώς ο "Μαθητής" γράφτηκε για να εμπνεύσει τον γιο του.

Από το φτωχικό κουρείο του παππού του, όπου πρωτοάκουσε μπουζούκι, μέχρι τα βασιλικά ανάκτορα και τις παρέες με τον Ωνάση, η πορεία του Ζαμπέτα υπήρξε εντυπωσιακή. Ωστόσο, έμεινε πάντα ταπεινός και προσγειωμένος, αποδίδοντας μεγαλύτερη αξία στην αγάπη του κόσμου παρά στα πλούτη. "Να πατάς γερά στα πόδια σου", συμβούλευε την κόρη του, "και όπου πηγαίνεις να αφήνεις το στίγμα σου".

Μην χάσετε αυτή την αποκλειστική συνέντευξη που φωτίζει άγνωστες πτυχές του σπουδαίου μουσικού και την ευχάριστη ανακοίνωση για την τηλεοπτική σειρά που ετοιμάζεται για τη ζωή του. Ακούστε το επεισόδιο τώρα και ανακαλύψτε τον άνθρωπο πίσω από τον θρύλο!

Support the show

Speaker 1:

Υπότιτλοι AUTHORWAVE, the Team of Sendad Show. Και άλλο ένα επεισόδιο μόλις ξεκινάει. Στο σημερινό μας επεισόδιο έχουμε τη χαρά να έχουμε μαζί μας την κόρη του Γιώργου Ζαμπέτα και ουσιαστικά θα μάθουμε πώς είναι να μεγαλώνεις με έναν μπαμπά θρύλο. Καλρίνα μου καλησπέρα, καλησπέρα Αντώνη. Σήμερα θα μιλήσουμε για έναν θρύλο, τον Γιώργο τον Ζαμπέτα, και είμαστε πάρα πολύ τυχεροί και χαρούμενοι γιατί θα μιλήσουμε με την κόρη του. Θα μας πει μερικά λό παιδική του ηλικία. Θα μας πεις μερικές ενδιαφέρουσες πληροφορίες Και θα ξεκινήσουμε κατευθείαν. Βλέπω ότι ο Γιώργος Ζαμπέτας γεννήθηκε το 1925. 25 Ιανουαρίου Σωστά Γεννήθηκε στο Μεταξουργείο και μετά λάτρεψε την περιοχή του Εγάλεο, όπου ακόμα υπάρχει η φράση, η δικιά του Εγάλεο City, η μάγκικη, αυτή φράση όπου όλο το Εγάλεο τον λατρεύει. Θέλω να μας πεις μερικά λόγια για το πώς ήταν να είσαι ένα μικρό παιδική σου ηλικία με έναν μπαμπά σαν τον Γιώργο Ζαμπέτα, τα πρώτα σου χρόνια, τα παιδικά.

Speaker 2:

Γεννήθηκα στο σπιτάκι, στο Εγάλιο, που ήταν της γιαγιάς μου. Εκεί, στο Πατρικό του είχε παραχωρήσει ένα δωμάτιο. Η γιαγιά μου, και εκεί γεννήθηκα, αγάπησα και εγώ πολύ το Ιταλίο, όπως το αγάπησε και ο πατέρας μου. Ο πατέρας μου ήταν ένας πολύ καλός άνθρωπος, πολύ ειδωτικός, είχε μία θετική άβρα, δεν μας στεναχωρούσε καθόλου, ήταν σαν φύλακας άγγελος, δηλαδή μας αγαπούσε, τα παιδιά του, πάρα πολύ. Μέσα σε αυτό το σπιτάκι, το μικρό, συγκεκριμένα σε ένα μικρό κουζινάκι, εγώ, από τη στιγμή που άνοιξα τα μάτια μου, από τη στιγμή που άνοιξα τα μάτια μου, συναντούσα όλους τους παλιούς Ερχόντουσαν στο σπίτι, να ξεκινήσω από τον Βαβακάρη, από τον Μπαγιουμτζή, από όλους τους παλιούς που ερχόντουσαν και κάνανε πρόβες στο σπίτι μας. Αυτά ήταν τα πρώτα μου ακ και αυτά συνέχισαν τα μάτια μου να βλέπουν Συνεργάτες, φίλους, πρόβες, γυρίσματα, ηχογραφήσεις.

Speaker 1:

Είσαστε τρία παιδιά. Τρία παιδιά σωστά.

Speaker 2:

Είμαστε τρία παιδιά. είχε τρία παιδιά, Εγώ είμαι το μεσαίο παιδί. Η μάνα μου διακαώσεει ήθελε αγόρι, αλλά εγώ δεν της έκανα τη χάρη και ήμουνα τόμο μεσαίω παιδί. Ήμουνα κορίτσι, ο πατέρας μου, επειδή η μητέρα μου ήθελε αγόρι, με αγκάλιαζε, με χουχούλιαζε όταν ήταν εξαπλωμένος το μεσημέρι στην αγκαλιά του. Εκεί, εγώ είμαι εδώ. Μου έλεγε πάντα, κόρη μου, αυτό δεν θέλω να το ξεχάσεις είμαι εγώ εδώ για σένα.

Speaker 1:

Ενώ παρόλο έβγαζε αυτό το προφίλ του Βαρή, του Μάγκα, του Ρεμπέτη, με τα παιδιά του γιν.

Speaker 2:

Ναι, ναι, δεν θα ξεχάσω πού πηγαίναμε στα μαγαζιά. όταν είχε χρόνο βόλτα να μας ψωνίζει, έλεγα να πάρω ένα ζωγάλι παπούτσια. Μου έπαιρνε δύο, μου έπαιρνε δύο. Ότι ήθελα δηλαδή να είμαστε τα παιδιά ευχαριστημένα. Στα ταξίδια που πήγαινε μας έφερνε πολλά δώρα, κουκκλές, τρενάκια, ότι μπορείς να φανταστείς, γιατί πήγαινε πολύ και στο εξωτερικό ήθελε να είμαστε χαρούμενα και ευτυχισμένα. Η μητέρα μου όμως, από τη μεριά της, επειδή ο πατέρας μου καταρχήν ήταν από πολύ φτωχή οικογένεια και από πολύ φτωχός, ξεκίνησε σιγά σιγά, άρχισε ο πατέρας μου να ανεβαίνει δηλαδή το δρόμο προς την καταξίωση και τη δόξα.

Speaker 2:

Αυτό δεν έγινε σε μια νύχτα σίγουρα σίγουρα, οπότε λοιπόν εγώ βίωσα από μικρή το πιο σημαντικό, το κάθε τραγούδι που έχει δημιουργήσει είναι τη γενέση του, δηλαδή τα τραγούδια. Πώς γεννιόντουσαν? Για παράδειγμα, τα δειλινά Μανούλα μου, μανίτσα μου, να πάρω τη βαλίτσα μου, ο μαθητής, να μην τα παριθμίσω, είναι πάρα πολλά. Τα β, τα βίωσα στη γέννησή τους στα γεννητούρια.

Speaker 2:

Στα γεννητούρια και μετά στη δόξα τους έχω διαβάσει ότι ο παππούς είχε ένα μπαρμπέρικο και πήγαινε μικρός για να πάρει κανένα χαρτί και βοηθούσε τον παππού μου να κούρε και βοηθούσε τον παππού μου να κούρευε εκεί ο παππούς μου και ξεσκόνιζε ο πατέρας μου τους πελάτες, του δίνανε κανένα φραγκάκι, καμιά δεκάρα εκεί πέρα και θα μάζευε. Όμως δεν τον ενδιαφέρει αυτό τα φιλοδορήματα. Αυτό που τον ενδιέφερε ήταν γιατί οι πολύ παλιοί ρεμπέτες και άνθρωποι του μουσικιού πήγαιναν εκεί να κουρευτούν πιο πολλοί, να παίξουν, να παίξουν τραγούδια ήταν το καφενείο τους.

Speaker 1:

Τότε το κουρίο ήταν σαν το καφενείο μας.

Speaker 2:

Εμάς Ήτανε σαν μπράβο ήτανε τόπος αναψυχής, δηλαδή ο καθένας έβγαζε τα ντέρτια του, τα σεκλέτια του, τους καημούς του από έρωτες, από βάσανα, από ότι θες, και έτσι λοιπόν τους έ συντροφιά, όλοι αυτοί και παίζανε μπουζούκι, κιθάρα, μαντολίνο, έπαιζε ο παππούς μου, και κιθάρα και μαντολίνο και μπουζούκι, και αυτός, ο ήχος του μπουζουκιού τον τρέλαινε, το πατέρα μου. Και όταν το κρέμαγε ο παππούς, και παιδεύει μόνος του, δηλαδή άρχισε να πειραματίζεται με τις χορδές και δημιουργήθηκε τραγούδια δικά του μόνος του μικρό παιδί.

Speaker 1:

Έτσι ξεκίνησε έχει φτιάξει πάνω από 800 τραγούδια. Από ότι βλέπω στις πληροφορίες μου εδώ πέρα, αυτοδίδακτος, χωρίς να ξέρει μουσικές νότες, τα έπιανε τα τραγούδια από το μηδέν και από βιώματα. Έχω διαβάσει για μια ιστορία όπου το «σταλιά σταλιά» το έχει γράψει σε ένα ταξί, στην καπό του ταξί, και του ήρθε η συνέχεια του τραγουδιού και όλα ήταν βιωματικά. Αυτό που μου λες τώρα, ότι όλα ήταν από ένα έναυσμα της ζωής του.

Speaker 2:

Ναι, καθώς επίσης αυτό το ταξί είχε χαλάσει το συμπλέκτη και έκανε ένα ταπαντούπα και του έδωσε το ένα βασμά, αυτό το ακομπανιαμέντο, ας το πούμε, και έτσι έγραψε αυτό το τραγούδι και κάθε στιγμή το σαραβαλάκι.

Speaker 1:

Γέλασα πάρα πολύ που διάβαζα ότι πήγαινε η μητέρα σου γιατί δεν ήθελε να αλλάξει αυτοκίνητο.

Speaker 2:

Και του έλεγε ρε παιδάκι μου, δεν θα το ξαναπάω εγώ το αυτοκίνητο συνεργείο, δηλαδή όλοι έχουνε μερσεν, γιατί είχαμε ένα στούντιο πάνω στο σπίτι μας. Και του λέγε εγώ αυτό δεν το ξαναπάω, να πάρω με μεσαιτές. Μα μου κάνει τα κέφια και την τρέλα μου και λέει στο στιχουργό τι βλέπεις, τη γυναίκα μου έχει τρε Λαφθεί τώρα Έχουν πάρει τα μυαλά της αέρα με την επιτυχία.

Speaker 2:

Ναι, έχετε λαφθεί, δεν ξέρετε τι ζητάει.

Speaker 2:

Και έτσι δημιουργήθηκε το Σαραβαλάκι, είναι τα περισσότερα τραγούδια βιωματικά. Και έτσι ο Πυθαγόρος, μαζί με, ας πούμε να σας πω για τα δειλινά Εκείνο το καλοκαίρι έλειπε ο πατέρας μου, η μητέρα μου έλειπε, πήγε και πάει τον αδερφό μου σε κάτι κατασκηνώσεις στη Γαλλία Και για πρώτη φορά βίωνε ο πατέρας μου τον αποχωρισμό της. Του έλειπε Και μαζί με το χαράλαμπο Βασιλιάδη, σε κάτι στιγμές θλίψης και μοναξιάς, γιατί άλλο είναι να έχεις τη μάνα μου να φωνάζει και να κάνει μέσα στο σπίτι και αλλιώς ήτανε που είμαστε μόνοι. Μας Έφυγες και πήγες μακριά. Έγινε αυτό το τραγούδι, έγινε τότε, ας πούμε να σου πω για τον Μασιτή λίγα λόγια. Ο αδερφός μου ήταν λίγο ατίθασος και απίθαρχος δηλαδή, και η δασκάλα έβγαινε έξω και έλεγε στη μάνα μου ότι δεν διαβάζει, ότι ήταν πολύ καλό παιδί, αλλά δεν πήγαινε και πάντα διαβασμένος. Τι να κάνω? φώναζε η μητέρα μου, να μπορέσει να για τον αδερφό μου να το βάζει, να διαβάζει. Και έτσι δημιουργήθηκε ο μαθητής, ο πιο καλός ο μαθητής είμαι εγώ στην τάξη και σιγά σιγά και ο αδερφός μου άρχισε να Να μπαίνει στο κλίμα σιγά σιγά.

Speaker 2:

Ναι, να μπαίνει στο κλίμα. Όλα τα τραγούδια ήταν βιωματικά Και η μαμά.

Speaker 1:

Έχω διαβάσει ότι ήταν και ο φύλακας άγγελός του, γιατί πολλές φορές δεν φαινόταν τους να βάλουν το όνομά σου.

Speaker 2:

Πες τους να σε αναφέρουν, ναι, όταν άρχισε ο πατέρας μου σιγά σιγά να αναγνωρίζεται το ταλέντο του. η μητέρα μου του έλεγε να σου βάζουν το όνομα no-transcript ε βέβαια είχε δίκιο, και βέβαια είχε δίκιο. Του λέει πως θα ξέρει ο άλλος όταν ακούει αυτή τη μουσική. Δεν μπορεί να βοηθάς τους άλλους και το όνομά σου να είναι στην απέξω.

Speaker 1:

Ακριβώς.

Speaker 2:

Και σήμερα όλοι τα ονόματά τους, παντού γράφονται Ποιος παίζει, τι κάνει. Αλλά τότε ήταν διαφορετικά τα πράγματα και ο πατέρας μου αγαπούσε πάρα πολύ Η δόξα, τον ενδιέφ, ούτε, ας πούμε, τα ημαρκίζες, όμως η μητέρα μου τα διεκδικούσε. Ήγενε και τα διεκδικούσε, και τα χρήματα από τους μαγαζάτωρες και τη μαρκίζα. Πώς θα βρει το όνομά του? Αισθανεχορδιόταν ο πατέρας μου γιατί έρχονταν σε πίεση και σε κόντρα μαζί της και ήταν μια γυναίκα η οποία ήθελε να έχει την οικογένειά της. Έβλεπε, ας πούμε, άλλες οικογένειες να χωρίζουνε, να τρώγονται εκεί, ήθελε τον άντρα της. Θυμάμαι μικρά παιδιά που είμαστε. Μας έπαιρνε από το χεράκι και πηγαίναμε στα διάφορα κοτούκια που ο πατέρας μου τραγουδούσε και καθόμαστε, τον ακούγαμε, βλέπαμε τους θαμώνες και ίσα ίσα για να είμαστε κοντά του.

Speaker 2:

Εγώ, σαν παιδί, σιγά, μου άρεσε να πηγαίνω τόσο να βλέπω τον πατέρα μου και να έχω μια επαφή μαζί του, έτσι συναισθηματική. Αλλά και γιατί μου άρεσε αυτός ο χώρος, να βλέπω τους ηθοποιούς, τους σκηνοθέτες, τους μουσικούς, αυτό μου άρεσε. Σεναριογράφους να λένε πώς θα γίνει κάθε σκηνή ή τι θα κάνουν οι ηθοποιοί. Τρελανόμουν και μου έλεγε ο πατέρας μου, ξέρεις, αύριο έχουμε γυρίσματα, μπορείς να έρθεις, εγώ άφηνα και τα μαθήματα και δεν με ενδιαφέρεται μεσημερί να τρέχω να τρέχω.

Speaker 1:

Υπάρχει μια θρηλυκή ατάκα που έχει πει ο Νάσης κάποια στιγμή στο Ζαμπέτα έχει ξημερώσει, έχει πάει 6 ώρα 6.30, κάποια στιγμή είναι από τους τελευταίους θαμώνες στον Πουζουξίδικο. Ο Νάσης πιάνει το Ζαμπέτα και του λέει Είχε μεγάλη αγάπη με τον Ωνάση.

Speaker 2:

Πολύ μεγάλη αγάπη Με τον Ωνάση. Είχε πάει στο Παρίσι και τον είχε δει. Είχε πάει και στην Αγγλία και στη Νέα Υόρκη, γιατί αυτός ήταν παντού Πανταχού παρόν και είχαν πολύ μεγάλη φιλία. Και όχι μόνο με τον Ωνάση, είχε με τον Περατικό και άλλους φοπλιστές που τον καλούσαν σε δεξιώσεις και έπαιζε στις δεξιώσεις αυτές με όλους τότε τους μεγάλους φοπλιστές, βιομηχάνους, όλοι τον ήθελαν. Ακόμα είχε πάει στα Νάκτορα, στο βασιλιά, τον Παύλο με τη Φρυδερίκη, και η μητέρα μου του έλεγε θέλω και εγώ να δω τη βασίλισσα. Και είπε ο πατέρας μου μπορώ να φέρω και την κυρά Γιώργια να δει την κυρά βασ. Και πήγανε. Και πήγανε τότε και έπαιξε.

Speaker 2:

Στο Καβούρι σωστά Όχι στο Καβούρι, άλλο είναι το Καβούρι Στα Νάκτορα.

Speaker 1:

Τότε, επιβασιά Παύλου, σου λέω, κατάλαβα 60 τόσο νομίζω, βαγγέλη, γιατί έχω διαβάσει και μια ιστορία για το Καβούρι που γίνονταν στο Καβούρι είχαμε πάει στο Καβούρι, στο Γερουλάνο, στον πατέρα αυτού του Γερουλάνο που είναι σήμερα εκεί και έπαιξε ήταν η Βασίλισσα Μαρία τότε.

Speaker 2:

Το 1964, παιχνάταν. Αν θυμάμαι καλά, 1965, ήμουν μικρό κοριτσάκι, εγώ, και έπεψε. Ο πατέρας μου Ήταν ο Κωνσταντίνος Και όλοι οι αυλοί, όλοι οι αυλοί, κυρίες της τιμής. Τρελάθηκα εγώ, όπου ήμουν μέσα.

Speaker 2:

Σε αυτό Ήταν ένα παραμύθι για σένα, τότε Άρα βέβαια ένα παιδάκι 10 χρονών να φύγει από το Εγάλιο και να πάει σε έναν άλλο χώρο που δεν είχε καμία σχέση με το σπίτι μας. Βέβαια τρελάθηκα, με πιάσε ψυχοπλάκωμα Και όταν μπήκαμε μέσα στο αυτο το αχ, τι ωραία που πέρασα, παιδιά μου. Όλοι είχαν ενθουσιαστεί με τον πατέρα μου παλαμάκια, καιροκροτήματα, ζεμπικές. Δεν σου λέω τίποτα. Εγώ του λέω παπά, είμαι πολύ στεναχωρημένη. Γιατί, μου λέει η κόρη μου, είσαι στεναχωρημένη. Εγώ του λέ, έχουμε διστά, είμαστε πάρα πολύ φτωχοί. Κι αυτοί είναι πλούσιοι. Και μου λέει ο πατέρας μου παιδί μου, μη στεναχωριέσαι γι' αυτό. Αυτοί είναι σήμερα. Αύριο δεν θα είναι, δεν θα είναι. Αυτοί είναι μέσα, κλεισμένοι με την ασφάλειά τους, δεν μπορούν ναέχεια έξω. Μας αγαπάει ο κόσμος, έχουμε αξιοπρέπεια, την αγάπη του κόσμου. Αν βγουν αυτοί έξω, μόνο τους, χωρίς τις συνοδείες, χωρίς τους σεκιουριτάδες, θα τους πλέξω ο κόσμος στις φάπες.

Speaker 2:

Ήταν σο Ξέρεις, αυτό είναι Αυτό μου, και δεν θέλω να στεναχωριέσαι, γιατί εμείς έχουμε πιο πολύτιμο πράγμα Την αγάπη του κόσμου. Η αγάπη του κόσμου. Και με πήγες στην Αθήνα, συγκεκριμένα, μια βόλτα, και ο κόσμος το σταματούσε Ζαμπέ, αντάλλα, αγάπες, αδερφέ μου Μεγάλε. Τότε ήταν και ο Αράπης πολύ, και ο μαθητής ήταν τότε διάσημα τραγούδια Και Μου έλεγε βλέπεις πως μας αγαπάει ο κόσμος, τι τα θέλουμε εμείς? τα λεφτά, τα έχουμε ανάγκη, εμείς έχουμε ανάγκη, ε, τώρα, και μια ζωή πολύ σοφός ήτανε ήτανε σοφός ο Ζαμπέτας.

Speaker 1:

Θέλω να κλείσουμε τη συνέντευξη με ένα πράγμα το οποίο σου είχε πει. Το έχεις ουσιαστικά κρατήσει από τότε σαν πυξίδα για τη ζωή σου. Ένα μάθημα που σου είχε πει σαν μπαμπά Πας ο Γιώργος ο Ζαμπέτας, μια συμβουλή, οτιδήποτε, και το έχεις κρατήσει εσύ ακόμα μέσα στην καρδιά σου και το τηρείς από τότε.

Speaker 2:

Πολλά μαθήματα μου είχε δώσει ο πατέρας μου και κάθε φορά τα θυμάμαι και πατάω τα βήματά μου πάνω, σωστά. Ένα μάθημα που μου είχε πει τότε, παιδί μου μη φορέσεις ποτέ τίποτα ψευτικό, ότι φορέσεις να είναι αληθινό χρυσό, ένα και χρυσό, και να φροντίσεις, όπου μπαίνεις μέσα, να λάμπεις με την παρουσία σου και όταν φεύγεις, να λένε μωρέ, ποια ήταν αυτή?

Speaker 1:

Να κατάλαβες ποια ήταν Να αφήνεις το στίγμα σου Όπου πηγαίνεις.

Speaker 2:

Να αφήνεις το στίγμα σου. Ένα άλλο που μου έλεγε ο πατέρας μου Είναι ότι Να πατάς γερά στα πόδια σου, κόρη μου. Μην κοιτάς Από σέναν εκεί πάνω, γιατί αν στραβαπατήσεις θα πέσεις κάτω και θα τσαχιστείς.

Speaker 2:

Πάτα, γερά κόρη μου, στα πόδια σου να μάθεις γράμματα, να είσαι ένας άνθρωπος σωστός στην κοινωνία, να καταλαβαίνεις τους ανθρώπους. Δηλαδή πολλά μαθήματα τώρα, ειλικρινά. Αλλά αυτό που θυμάμαι είναι ότι εγώ είμαι Έλληνας, αγαπώ το Εγάλιο Έλληνας σε όποιο κόσμο, όπου και να πάω, είχε γεννήσει όλο τον κόσμο. Δεν ξεχνάω την Ελλάδα μου γιατί είμαι γεννημένος Έλληνας εδώ και η μουσική μου είναι ελληνική. πατάω στα παλιά και στα καινούργια ελληνικά. καλά τραγούδια ελληνικά.

Speaker 1:

όμως δεν ήθελε το ξένο και το Εγάλαιο τον λάτρεψε όλα αυτά τα χρόνια και ακόμα τον λατρεύει. Εννοείται και όλη η Ελλάδα, όχι μόνο το Εγάλεο.

Speaker 2:

Να σου πω και κάτι ευχάριστο, να το μάθουν και οι ελληνικοί σου Θα γίνει σειρά για τη ζωή του Σειρά στην τηλεόραση. Η οποία θα παίξει εδώ σε ελληνικό κανάλι, σε ελληνική πλατφόρμα. Τι ξέρει, δεν ξέρω. Αυτά θα τα κάνει ο Γιάννης Καραγιάννης. Τα K-Studios.

Speaker 1:

Στα.

Speaker 2:

ΣΚΑΠΡΑ που έχει και στο Μαρκόπουλο. Το λέω τώρα δημόσια, να το μάθει ο κόσμος, ότι θα γίνει σειρά η ζωή του πατέρα μου και νιώθω πολύ ευτυχισμένη που θα δω μέσα από τη σειρά πάλι να ξαναβιώνει ο Ζαμπέτας. Τον ξέρουν, οι νέοι τον γνωρίζουν, αλλά θα το μάθουν και οι άλλες γενιές, γιατί έχει αφήσει το στίγμα του, την προσωπικότητά του και το παίξιμό του Ευχόμαστε κάθε επιτυχία.

Speaker 1:

Κατερίνα μου, σε ευχαριστώ πάρα πολύ για αυτή τη συνέντευξη σήμερα.

Speaker 2:

Εγώ σε ευχαριστώ πάρα πολύ, εσένα και τους ακροατές σου.

Speaker 3:

Μέσα από την καρδιά μου. Καλή συνέχεια. Καλή συνέχεια σου ε ένα καιρό που με στενέ η μάνα μου σχολείο κι ο δάσκαλος μου με βάσε στο πρώτο, το δρανείο. Ο πιο καλός ο μαθητής ήμουν αγώ στη τάξη κι οι δάσκαλοι μου με είχανε Μη πρέξει και μη στάξει. Πάντοτε στο τετράδιο Παύμου, επέναντε κα Κι αν στη ζωή πειράμιδε Ταυτέινια γυναίκα. Ο πιο καλός ο μαθητής Ήμουν αγώ στην τάξη Και οι δασκαλοί μου με είχανε μη βρέξει και μη στάξει. Στον ελεγχοδιαγωγή είχα κοσμιοτάτη, κι όμως οι συναναστροφές, όλες αυτές, μανώλη μου, μου βγάλανε το μάτι. Ο πιο καλός ο μαθητής ήμουν αγώ στην τάξη Και οι δάσκαλοι AUTHORWAVE.